ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΚΡΙΣΗΕΞΟΙΚΟΝΟΜΗΣΗΗΛΕΚΤΡΟΚΙΝΗΣΗ

«Πτώση Τάσης» στην Ηλεκτροκίνηση –Ανέφικτοι οι Στόχοι για το 2030;

Τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα αποτέλεσαν τα τελευταία χρόνια μια “κάποια λύση”, για να παραφράσουμε τον στίχο από τους “Βαρβάρους” του Κωνσταντίνου Καβάφη, στην ένδεια της παγκόσμιας κοινότητας να προσφέρει στους κατοίκους του πλανήτη μια πειστική αντιμετώπιση στο πρόβλημα της κλιματικής κρίσης. Είχε προηγηθεί η σαρωτική επικράτηση του αφηγήματος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που θα πρόσφεραν, σχετικά γρήγορα, φθηνή και καθαρή ενέργεια για όλους για να αποδειχτεί ακόμη μια χίμαιρα: ένα πανάκριβο εγχείρημα που δεν μπορεί να σταθεί ακόμη δίχως τα δεκανίκια του φυσικού αερίου και του πετρελαίου που καλύπτουν πολύτιμα φορτία βάσης για τα ενεργειακά συστήματα των χωρών.  

Η ηλεκτροκίνηση συγκαταλέγεται στα όπλα που έχει στη φαρέτρα του ο άνθρωπος για να αναχαιτήσει τις εκπομπές ρύπων στην ατμόσφαιρα  Ο τομέας των μεταφορών ευθύνεται για το 24% των άμεσων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2) από την καύση καυσίμων, παγκοσμίως. Ιδίως, τα οχήματα κάθε τύπου, αυτοκίνητα, φορτηγά, λεωφορεία και δίκυκλα, αντιπροσωπεύουν το 75% των εκπομπών CO2 από τις μεταφορές σύμφωνα με στοιχεία του ΙΕΑ. Υπ’ αυτή την έννοια, οι εντεινόμενες ανησυχίες για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις και τους επιβλαβείς ρύπους που παράγονται από οχήματα με κινητήρες εσωτερικής καύσης, έφεραν την ηλεκτροκίνηση στην ατζέντα της ΕΕ για πιο πράσινα συστήματα μεταφορών – πρόγραμμα Horizon, 2020. Πράγματι, τα τελευταία χρόνια, η ηλεκτροκίνηση έχει γίνει αναπόσπαστο τμήμα της καθημερινότητας των πολιτών και αναπτύσσεται παγκοσμίως με ολοένα και ταχύτερους ρυθμούς.

Ωστόσο, τίποτε δεν είναι, τελικά, όπως δείχνει! Στην Γερμανία η ηλεκτροκίνηση  αντιμετωπίζει σοβαρά ζητήματα, καθώς η παραγωγή και οι παραγγελίες έχουν μειωθεί σημαντικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο αρχικός στόχος του ΕΣΕΚ για 15 εκατομμύρια ηλεκτρικά αυτοκίνητα έως το 2030 μοιάζει σήμερα ανέφικτος και αυτός είναι ο βασικός λόγος που ολοένα και περισσότερες χώρες διακόπτουν τα προγράμματα επιδότησης της  αγοράς ηλεκτρικών οχημάτων. Παντού πλην της χώρας μας η οποία συνεχίζει να τρέχει το «Κινούμαι Ηλεκτρικά»*, ίσως το πιο γενναιόδωρο πρόγραμμα σε όλη την ΕΕ. Το πρόγραμμα που ξεκίνησε το τρίτο τρίμηνο του 2020 και θα διαρκέσει έως το 2024, προσφέρει ισχυρά κίνητρα για την αγορά ηλεκτρικών οχημάτων και την εγκατάσταση σταθμών φόρτισης.

Ασφαλώς, μια τέτοια πολιτική από πλευράς ελληνικής κυβέρνησης πρέπει να θεωρείται απολύτως εύλογη, καθώς η χώρα μας υπολείπεται μακράν σε ό,τι αφορά στη διείσδυση Η/Ο, με το μερίδιό τους στις ταξινομήσεις να μην ξεπερνά το 4,5%. Δεν προκαλεί έκπληξη το ότι η Ελλάδα κατείχε την 17η θέση μεταξύ 22 ευρωπαϊκών χωρών στην υιοθέτηση Η/Ο σύμφωνα με στοιχεία του 2021. Ως βασικές αιτίες για την καχεξία της συγκεκριμένης αγοράς είναι αφενός ότι το μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα της Ελλάδας είναι χαμηλότερο από τα αντίστοιχα στις περισσότερες ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες και ως εκ τούτου, απαιτούνται να παρέχονται υψηλότερα φορολογικά κίνητρα για την αγορά ενός ηλεκτρικού οχήματος. Αφετέρου, η χώρα παρουσιάζει υποτονικό παραγωγικό υπόβαθρο και η επιδότηση των εισαγωγών, υπό οποιαδήποτε μορφή, επιβαρύνει το ισοζύγιο εξωτερικού εμπορίου.

Παρά ταύτα, η άνοδος των πωλήσεων είναι διαρκής γεγονός που αυξάνει και τις προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η Κυβέρνηση και ιδιαίτερα ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ο οποίος ανέλαβε υπό τύπο προσωπικού στοιχήματος να προωθήσει την έννοια της ηλεκτροκίνησης στη χώρα. Είναι χαρακτηριστικό της αποφασιστικότητας του  Μητσοτάκη το γεγονός ότι έσπευσε  να ανακοινώσει το τέλος των πωλήσεων αυτοκινήτων με συμβατικούς κινητήρες βενζίνης και ντίζελ, νωρίτερα από την αντίστοιχη απόφαση της Ε.Ε., κατά το παράδειγμα της επίσπευσης της απολιγνιτοποίησης της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας!

Ωστόσο, στην Γερμανία που για την χώρα μας αποτελεί «σημείο αναφοράς», εκδηλώνεται μια πολυπαραγοντική κρίση στην περαιτέρω προώθηση της ηλεκτροκίνησης, της οποίας τα κύρια χαρακτηριστικά είναι ο υψηλός πληθωρισμός και τα αυξημένα τραπεζικά επιτόκια που επέφεραν ραγδαίες αυξήσεις τιμών στην πώληση νέων οχημάτων και, συνακόλουθα, μείωση της ζήτησης. Πρόσφατα στοιχεία δείχνουν πτώση κατά 20% της παραγωγής Η/Ο από το 2019!

Την κατάσταση επιδεινώνει η έλλειψη ημιαγωγών και εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού που έχει διαταράξει την παραγωγή, ενώ το κλίμα για την ηλεκτροκίνηση επιβαρύνει ο τερματισμός των οικονομικών κινήτρων της ομοσπονδιακής κυβέρνησης για αγορά Η/0 από εταιρικούς πελάτες οι οποίοι αποτελούσαν τους βασικούς αγοραστές. Η κατάσταση που δημιουργείται συμπιέζει τα περιθώρια κέρδους των κατασκευαστών και αποθαρρύνει την αγορά ηλεκτροκίνητων οχημάτων από τους καταναλωτές. Σημαντικός ανασχετικός παράγοντας είναι ακόμη το πρόβλημα με την εμβέλεια της μπαταρίας και ο ανεπαρκής αριθμός των σταθμών ταχείας φόρτισης στα οδικά δίκτυα της Ευρώπης.

Όπως ισχυρίζονται οι αναλυτές, προκειμένου να μπορέσει η Γερμανία να επιτύχει το  στόχο της για 15 εκατομμύρια ηλεκτρικά οχήματα, έως το 2030, θα πρέπει το ποσοστό νέων ταξινομήσεων να φθάσει στο 90% ετησίως. Και αυτό μοιάζει απίθανο να συμβεί, τουλάχιστον με τους όρους του σήμερα.  

*Ο δεύτερος κύκλος του προγράμματος Κινούμαι Ηλεκτρικά ξεκίνησε με αρχικό προϋπολογισμό 50 εκατ. ευρώ.  Το ποσοστό επιδότησης για αγορά ηλεκτρικού αυτοκινήτου για τα φυσικά πρόσωπα είναι 30% επί της λιανικής τιμής προ φόρων, με μέγιστο ποσό επιδότησης τις 8.000 ευρώ, ενώ παρέχεται επιπλέον επιδότηση 1.000 ευρώ εφόσον η αγορά του συνοδεύεται με απόσυρση και άλλα 500 ευρώ για αγορά έξυπνου φορτιστή. Συνεπώς, το μέγιστο ποσό της επιδότησης για φυσικά πρόσωπα μπορεί να φθάσει μέχρι 9.500 ευρώ. Οι επιδοτήσεις για τα φυσικά πρόσωπα είναι: μέχρι 40% και με μέγιστο ποσό τις 3.000 ευρώ για την αγορά δικύκλων και τρικύκλων κατηγορίας L5e έως L7e (επαγγελματικά ηλεκτρικά τρίκυκλα και τα μικροαυτοκίνητα). Μέχρι 30% και με μέγιστο ποσό επιδότησης 800 ευρώ για την αγορά ηλεκτρικών δικύκλων κατηγορίας L1e έως L4e 40% για τα ηλεκτρικά ποδήλατα, με μέγιστο ποσό επιδότησης 800 ευρώ.

Related Articles

Back to top button